λαγίνα

λαγίνα
η зайчиха

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Смотреть что такое "λαγίνα" в других словарях:

  • λαγίνα — λαγίνᾱ , λάγινος of the hare fem nom/voc/acc dual λαγίνᾱ , λάγινος of the hare fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λαγίνα — Αρχαία πόλη της Μικράς Ασίας, στη νότια Καρία. Η Λ. είναι γνωστή εξαιτίας της ύπαρξης στην περιοχή της ενός ναού της Εκάτης (2ος 1ος αι. π.Χ.), του οποίου το γλυπτό διάζωμα βρίσκεται σήμερα στο μουσείο της Κωνσταντινούπολης. Στο διάζωμα… …   Dictionary of Greek

  • λαγίνα — η ο θηλυκός λαγός …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • λάγινα — λάγινος of the hare neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λαγίναι — λαγίνᾱͅ , λάγινος of the hare fem dat sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λαγίναν — λαγίνᾱν , λάγινος of the hare fem acc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Lagina — ( el. Λαγίνα) is an ancient cult site of important archaeological and touristic value dating from the Carian period and extended under the Seleucid kings that is situated in southwestern Turkey (adjacent to Turgut, a municipality in the Muğla… …   Wikipedia


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»